Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 103

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

πρωτοβρέξα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
πρωτοβρόχια

πυρά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
δυνατή ζέστη, δυνατή φωτιά

πυρόβολος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αναπτήρας παλαιού τύπου

πυρομάχοι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
οι δυο παράλληλες ίσιες πέτρες που σχηματίζουν την πυροστιά, οι παραστάτες, την παραστιά, όπου ακουμπούσε η κατσαρόλα, το τσικάλι

πυρώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ζεσταίνω | η κότα τα πυρώνει = κλωσσά τα αυγά

πυτώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φτύνω

ραβδίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κτυπώ κάτι με το ραβδί | μαζεύω τις ελιές με τον τρόπο του ραβδίσματος | ρίχνω ξύλο σε κάποιον με το ραβδί

ραέτι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
(το) φιλοδώρημα | κέρασμα
Ετυμολογία: 
ραέτι < αραβική رعایت (riayat) < αραβική رعی (raʻy)

ρασίδι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
πανωφόρι μάλινο, συνήθως φτιαγμένο από τρίχα κατσίκας

ράσινα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ρούχα φτιαγμένα από χοντρό μάλλινο ύφασμα (τρίχα κατσίκας)

ραχάτι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βόλεμα και βολή, άνεση
Παράδειγμα: 
είναι σκληρό το στρώμα και δεν κάνω ραχάτι

ρεγάλο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
δώρο | έπαθλο

ρέγομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ευχαριστιέμαι πάρα πολύ, αρέσκομαι

ρεμεδιάρω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φροντίζω, τακτοποιώ, βρίσκω λύση σε κάτι

ρεμέδιο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φροντίδα, τακτοποίηση, λύση

ρέμπομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
απολαμβάνω και μόνος κάποιο χώρο ή έκταση χώρου με την έννοια της ανενόχλητης κατοχής

ριζιμιό

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ριζωμένο
Παράδειγμα: 
ριζιμιό χαράκι = ριζωμένο χαράκι, ριζωμένος βράχος

ριζοσπήλιαρο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το σπήλαιο που βρίσκεται χαμηλά στη ρίζα του βουνού

ριζοχάρακο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ο μεγάλος ριζωμένος βράχος, το χαράκι που έχει βαθειά ρίζα

ριστιβωμένος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κουρνιασμένος για προστασία
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα