Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ 'Τ' - ΣΕΛΙΔΑ 2

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

του λόγου σου

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εσύ, με σεβασμό σε κάποιον

τουνουγιέ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτουνού

τουρτουρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τρέμω από το πολύ κρύο

τούρτουρο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
πολύ κρύο, τρέμουλο από το πολύ κρύο

τουτινιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτή, τούτη

τουτονέ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τούτο, αυτό ακριβώς

τουτοσές

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τούτος, αυτός

τραβάγια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φασαρία, πολύς θόρυβος

τρατάρω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κερνώ

τράφος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
χτισμένες πέτρες γύρω από ένα χωράφι,χωρίς λάσπη,συνήθως με κάποια προχειρότητα, με σκοπό να δείχνουν αφενός τα όρια του χωραφιού, αλλά κυρίως για να μην μπορούν να μπουν ζώα ξένα να πειράξουν τα σπαρτά μας ή να μην μπορούν να βγουν τα δικά μας ζώα, που έχουμε βάλει εκεί για να βοσκήσουν. Το πλάτος 40 με 60 πόντους και το ύψος από ένα μέτρο και πάνω.

τρεζαίνομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τρελαίνομαι
Ετυμολογία: 
[< τρεζός]
Συνώνυμα: 
τροζαίνομαι, κουζουλαίνομαι

τρεζός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τρελός
Ετυμολογία: 
[< παράφραση του "τρελός"]
Συνώνυμα: 
τροζός, κουζουλός

τριτάρης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μισθωτής αγρού με ποσοστό 1/3. Δηλαδή αν κάποιος μαζέψει ελιές τριτάρικες θα πάρει το 1/3 του καρπού

τρόχαλος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μαζεμένες πέτρες σε σωρό σε μιά άκρη, ή στη μέση του χωραφιού για να το καθαρίσουμε, επειδή δεν έχουμε τρόπο να τις πετάξουμε μακριά

τρυπάλι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καταφύγιο χοχλιού, σαλιγκαριού, για τη θερινή νάρκη

τρωξαλίδα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
η σπίθα που πετιέται με θόρυβο από τα κάρβουνα την ώρα που ανάβουν

τσαγρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 

1. (από περιοχή Ρεθύμνου) πιτσιλάω, καταβρέχω
2. ραγίζω (??? χρειάζεται επαλήθευση)
3. διαλύω (??? χρειάζεται επαλήθευση)

Παράδειγμα: 
1. (πιτσιλάω, καταβρέχω) Τσάγρισε μια ολιά το δρόμο να κάτσει ο πάσπαρος = κατάβρεξε λίγο τον δρόμο να κάτσει η σκόνη

τσαμπί

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ομάδα φρούτων που δεν έχουν αποκοπεί μεταξύ τους και αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο.πχ.Ρόγες σταφυλιού άκοπες, αποτελούν ένα τσαμπί σταφύλι

τσαμπικώνομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
προκαλώ, συναγωνίζομαι

τσαρσί

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
πλατεία, παζάρι, αγορά
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα