Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ 'Ξ' - ΣΕΛΙΔΑ 2

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

ξεδείλιανε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεκαθάρισε, (το όνειρο) έγινε πραγματικότητα

ξεθαρεύω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανακτώ το θάρρος μου

ξεκάνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σκοτώνω | καταστρέφω τελείως

ξεκορφίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βγαίνω στην κορυφή ενός υψώματος

ξελαμίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξετρυπώνω, ανασκαλεύω, σκαλίζω, ασχολούμαι, αποφασίζω, βρίσκω άκρη

ξελουριδιάζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεσκίζω, κάνω κουρέλια

ξεμαγαρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεβρωμίζω, καθαρίζω ένα μέρος από ακαθαρσίες | καθαρίζω μέρος από την παρουσία κακού ανθρώπου
Παράδειγμα: 
ήφυγε και εξεμαγάρισε ο τόπος (σε περίπτωση ανθρώπου κακού)= έφυγε και καθάρισε το χωριό μας

ξεμασκουλώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανοίγω βίαια πόρτα με μάσκουλα και μεντεσέδες, ανασηκώνοντας την

ξεμίστευε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
θεέ μου ξεμίστευέ τον = προστάτευέ τον, βοήθα τον να ξεμπλέξει ή να μην μπλέξει

ξεμπερδένω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεμπερδεύω

ξενετέρνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τελειώνω τη δουλειά μου, ξετελεύγω

ξενινιατό

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
νάζι, συμπεριφορά παραχαϊδεμένου παιδιού

ξενομπασάρης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
περαστικός, ξένος

ξενομπάτης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξενοχωριανός

ξεπαραλώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξηλώνω μια ραφή

ξεπατώθηκα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεριζώθηκα | κουράστηκα πάρα πολύ στη δουλειά

ξεπατώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεριζώνω

ξεπετασάρι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το πουλάκι που πετά για πρώτη φορά | μτφ. το παιδί στην πρώϊμη εφηβεία

ξεπιπιρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τρώω κάτι πολύ λίγο ψάχνοντας μέσα στο κέλυφός του
Παράδειγμα: 
ξεπιπιρίζω τους πασατέμπους

ξεπιτηρώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βρίσκω πέρασμα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα